Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009

Η Απάντηση

Ο Γκνάργκαρ ο τζούνιορ δεν αισθάνεται και πολύ καλά.
Πάντα τον πείραζαν τα διαστρικά ταξίδια, αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά.
Κάτι ο φωτισμός των άστρων, κάτι αυτός ο παράξενος, γαλάζιος και αφιλόξενος πλανήτης που πλησιάζουν και το αντεράκι του είχε γίνει κόμπος.
Ζήτησε άδεια από τον κυβερνήτη Σούπλμπορ να πάει τουαλέτα.
"Πάλι ρε χέστη?" απαντά αυτός. "Άϊντε, τράβα, μη μου βρωμίσεις και το πιλοτήριο".
Ο Γκναργκαρ απομακρύνθηκε με σκυφτό το κεφάλι...μέχρι που βγήκε από τη Γέφυρα. Μόλις έκλεισε η πόρτα πίσω του, άρχισε να τρέχει.Το σώμα του μόλις που προλάβαινε τα έξι πόδια του. Το 'νιωθε...ίσα που προλάβαινε...αν προλάβαινε...
Μπήκε στην τουαλέτα και κάθισε βιαστικά.

[...]

Όταν σηκώθηκε κοίταξε τρομαγμένος τη λεκάνη.
Κάτι αλλόκοτο υπήρχε εκεί μέσα, κάτι αηδιαστικό. Κάτι ζωντανό, που κινούσε τέσσερα αδύναμα άκρα και κλαψούριζε.
Μα καλά, τι έφαγε για να κάνει κάτι τέτοιο...
Τράβηξε απότομα το καζανάκι, ακριβώς τη στιγμή που περνούσαν πάνω από τον πλανήτη...

Δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό να παρακολουθήσει την πορεία του πλάσματος από το παραθυράκι. Με τη σούπερ όρασή του, το είδε να πέφτει σε ένα κομμάτι στεριάς γεμάτο πολυκατοικίες (?) και μια ακρόπολη(???) και να επιζεί. Τι δυνατή ύπαρξη. Για μια ελάχιστη στιγμή, το αγάπησε το δημιούργημα του κώλου του. Μετά ανασήκωσε και τους τρεις ώμους του και έφυγε για το πιλοτήριο...


(Το παραπάνω ποστ, αποτελεί την εμπεριστατωμένη και επιστημονικά αποδεδειγμένη απάντησή μου στο ερώτημα της εγκυρότατης εκπομπής του Κώστα Χαρδαβέλα, Οι Πύλες Του Ανεξήγητου: "Ήταν ο πρώτος άνθρωπος πάνω στη γη Έλληνας?")

...και ναι, αν θέλετε να ξέρετε, οι πολυκατοικίες και η ακρόπολη προϋπήρχαν του ανθρωπίνου είδους.

Καμιά άλλη απορία?

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Η ελαφρά αβασταχτότητα του δεν είναι...

Το αστείο με τη φράση "δεν έχω έμπνευση" είναι που υποννοεί ότι κάποτε είχα.
Ότι κάποτε μασούσα λίγο απ' το πιάτο μου στο τσιμπούσι της παγκόσμιας σκέψης.
Ποιος μου πήρε το πιάτο ρε ληγούρια, ε?

υγ. πολύ τις γουστάρω αυτές τις υπαρξιακού τύπου κρίσεις. Μάλλον επειδή υποννοούν ύπαρξη...
χα...

Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

Earth Hour 2009





Ήδη μαζέυω πέτρες. Κανονίστε να δω φως αναμμένο...

(Για εγγραφή στο επίσημο site:
www.earthour.org/signup/gr:el)

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2009

Baz Luhrmann- Everybody 's free (to wear sunscreen)





Οι απόλυτες συμβουλές, δοσμένες ακριβώς με τον τρόπο που πρέπει...μουσικά...

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2009

Του θανατά...

Παρακολουθώντας τη σειρά του Σκάΐ "Μεγάλοι Έλληνες"- στην οποία δε βρίσκομαι καν μέσα στους πρώτους 100...και φαντάζομαι ούτε στους 1000- έμαθα το εξής συνταρακτικό:
ο Αισχύλος, αυτός ο μεγάλος τραγωδός, πέθανε όταν ένας αετός έριξε πάνω στην καράφλα του μια χελώνα περνώντας τη για βράχο.
Τραγικό ?

Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009

Αναζητώντας...

Νέα Ορλεάνη.
Νύχτα.
Βρέχει.
Στέκομαι κάτω από το φως του φανοστάτη, στο πεζοδρόμιο, γωνία Χάμιλτον & Κινγκ. Κακόφημη γειτονιά. Το κρύο είναι τσουχτερό. Φοράω όμως τη μακρυά, μαύρη καμπαρντίνα μου με τους γιακάδες σηκωμένους ως τ' αυτιά και τη μαύρη ρεπούμπλικα και δε με νοιάζει τίποτα.
Παρακολουθώ το απέναντι πεζοδρόμιο. Εκεί, στο ημίφως, πηγαινοέρχεται μια θεά. Η προσωποποίηση της τελειότητας. Ακόμη και για τα δικά μου δεδομένα είναι άπιαστη, πόσο μάλλον για τα δύσμοιρα ανθρωπάκια.
Φοράει "στολή εργασίας". Στριφογυρίζει τη φτηνιάρικη τσάντα της στα χέρια της, μασώντας τσίχλα και κοιτάζοντας με δήθεν λάγνο βλέμμα τα περαστικά αγοράκια που κρεμάνε τα σαγόνια τους και σκουπίζουν τα σάλια τους όταν τη βλέπουν. Η τέλεια παγίδα.
Μόνο εγώ ξέρω.
Ματίλντα.
Είμαι μια βδομάδα στη Νέα Ορλεάνη, σε αναζήτηση του Αφέντη της Πόλης. Πρίν τρεις μέρες, τα ίχνη με οδήγησαν εδώ...δε μπορώ όμως να προχωρήσω παραπέρα. Δεν έχω τη δύναμη να κάνω αυτό που μου έχει επιβληθεί να κάνω.
Είμαι ερωτευμένος.

Βαδίζω.
Περνώ απέναντι.
Την πλησιάζω.
Είμαι δίπλα της.
Με έχει κοζάρει εδώ και κάμποση ώρα και μου χαμογελά. Ξέρει τη δύναμή της, ήξερε που θα καταλήξει το όλο πράμα και απλά με περίμενε.
Ακουμπά τον ώμο της στον τοίχο και με κοιτάζει με τις γκρίζες ματάρες της.
- Γεια σου όμορφε, λέει και η φωνή της είναι πιο μελωδική και από τις καμπάνες της Κόλασης.
- Γεια σου Ματίλντα.
- Γνωριζόμαστε? Δε σε θυμάμαι αν και κάτι τύποι σαν εσένα δεν ξεφεύγουν απ' τη μνήμη μου.
Πουτανίστικο κομπλιμέντο. Δεν της απαντώ.
-Τ' ονοματάκι σου? ,συνεχίζει...
Πάλι δεν απαντώ.
Ανάβει ένα τσιγάρο και συνεχίζει να με κοιτά. Θεέ του Κάτω Κόσμου, είναι πανέμορφη.
Την πλησιάζω κι άλλο. Τα χείλη μας σχεδόν ακουμπάνε. Βλέπω μια λάμψη στα μάτια της...και μια δίψα που δε μπορεί να κρύψει από κάποιον σαν εμένα. Είναι αρχαία...και έμπειρη...αλλά δεν έχει ούτε τα μισά μου χρόνια.
Σκύβω ελαφρά και τη φιλώ στο λαιμό. Νιώθω τα χείλη της να σέρνονται στο λαιμό μου, αρπαχτικά, ψάχνοντας.
Σταματά. Βρήκε το στόχο της.
Νιώθω μακριούς κυνόδοντες να πληγώνουν τη σκληρόπετση σάρκα μου. Ο ήχος του σχισίματος πλημμυρίζει τ' αυτιά μου. Τι ηδονή...
Ένα μικρό αυλάκι αίματος κυλάει στον ώμο μου. Το αισθάνομαι. Όπως αισθάνομαι και τη νευρικότητα που διαπερνά τη Ματίλντα σαν ηλεκτρικό ρεύμα.
Κάτι δεν πάει καλά μαζί μου.
Τινάζεται προς τα πίσω με ένα φριχτό ουρλιαχτό και κολλάει στον τοίχο.
Δε χάνω χρόνο.
Την αρπάζω απ' το λαιμό και τη σηκώνω ψηλά με το αριστερό μου χέρι. Τα πόδια της δεν ακουμπούν στο έδαφος. Χτυπιέται και προσπαθεί να ελευθερωθεί... και συρίζει σα φίδι.
Όταν αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει ελπίδα να ξεφύγει από τη λαβή μου, χαλαρώνει απότομα και με κοιτάζει με βλέμμα τρομοκρατημένο.
- Ποιος είσαι? με ξαναρωτάει, αυτή τη φορά καθόλου ανάλαφρα.
- Tuco είναι τ' όνομα μου και έρχομαι από τα βάθη της Κολάσεως, Ματίλντα. Ψάχνω για τον Αφέντη της Πόλης. Έχει ένα ανεξώφλητο χρέος στο Μεγάλο Αφεντικό. Ξέρω ότι είσαι μία από τους υπηρέτες του. Πες μου που κρύβεται και θα συνεχίσεις να υπάρχεις.
Με κοιτάζει. Στην αρχή με δέος, καθώς αναγνωρίζει ότι έχει να κάνει με ένα πανάρχαιο πλάσμα. Στη συνέχεια κλείνει τα μάτια της και αφήνει ένα γέλιο τόσο τρομαχτικό που μέχρι και οι αρουραίοι τρέξαν να κρυφτούν.
Σφίγγω δυνατά το λαιμό της. Δεν έχω ώρα γι' αστεία.
Το γέλιο κόβεται.
Με κοιτάζει φθονερά.
- Νομίζεις ότι θα με φοβίσεις με τις παπαριές σου? λέει. Ο Αφέντης μου είναι ανίκητος. Όταν σε βρει θα παρακαλάς να ξαναβρεθείς στην Κόλαση, άχρηστε. Δε σου λέω τίποτα.
Οκ.
Τινάζω το δεξί μου χέρι με δύναμη προς το στήθος της. Τα κόκκαλα της ανοίγουν προς τα μέσα χωρίς αντίσταση, σαν από χαρτί. Βουτάω την καρδιά της και την πιέζω με δύναμη. Δεν υπάρχει ζωή σ' αυτό το όργανο κι όμως έχει υπέροχη υφή, μεταξένια. Η ακίνητη καρδιά ενός βρικόλακα...
Η Ματίλντα με κοιτάζει με ανοιχτό το στόμα, σοκαρισμένη περισσότερο από το θέαμα του χεριού μου μέσα στο στήθος της παρά από τον πόνο.
- Ματίλντα, δε θέλω να σε σκοτώσω. Γνωρίζεις ότι αν δεν πειράξω την καρδιά σου, σε δύο βδομάδες το τραύμα θα είναι σα να μην έγινε ποτέ. Πες μου που είναι ο Αφέντης της Πόλης.
Προσπαθεί να ανασάνει. Μέσα στα μάτια της βλέπω τη μάχη που διαδραματίζεται καθώς θέλει να πάρει μια απόφαση. Παλεύει.
Τελικά χαλαρώνει. Με κοιτάζει εξαντλημένη.
- Άντε γαμήσου, λέει και τινάζει το χέρι της γδέρνοντας λίγο το μάγουλό μου.
Αναστενάζω.
Πρέπει να το κάνω.
Τραβάω την καρδιά της. Νιώθω το σχίσιμο των αρτηριών. Βγάζω το χέρι μου έξω. Η καρδιά της κινείται σα ζελέ στην παλάμη μου. Τη βάζω στην εσωτερική τσέπη της καμπαρντίνας μου.
Η Ματίλντα έχει κοκκαλώσει. Το στόμα της ανοιχτό, τα μάτια ορθάνοιχτα.
Σχεδόν νεκρή.
Την ακουμπάω αργά στο έδαφος.Γονατίζω και την παίρνω στην αγκαλιά μου.
Κλαίω.
Πλησιάζω τα χείλη μου στα δικά της και τη φιλάω.
Σηκώνομαι όρθιος και βγάζω το μεγάλο μαχαίρι μου.
Γιατί Ματίλντα, γιατί?
Πιάνω τα μαλλιά της και με μια κίνηση της κόβω το κεφάλι.
Το κρατώ στο ύψος του κεφαλιού μου.
Σ' Αγαπώ Ματίλντα.
Αύριο θα συνεχίσω την αναζήτηση...


Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2008

Hishuk ish ts' awalk *




" Όλα πάνω στον πλανήτη είναι ένα είδος.
Αστρόσκονη που αναζητά αστροφεγγιά."
Carl Sagan...

Τα παραπάνω λόγια αποτυπώνονται τέλεια στα ντοκυμαντέρ
Zeitgeist και
Zeitgeist Addendum

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ !!!!!!!!!!!!!

*όλα είναι ένα (στη διάλεκτο των ινδιάνων Νούτκα)