Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009

Αναζητώντας...

Νέα Ορλεάνη.
Νύχτα.
Βρέχει.
Στέκομαι κάτω από το φως του φανοστάτη, στο πεζοδρόμιο, γωνία Χάμιλτον & Κινγκ. Κακόφημη γειτονιά. Το κρύο είναι τσουχτερό. Φοράω όμως τη μακρυά, μαύρη καμπαρντίνα μου με τους γιακάδες σηκωμένους ως τ' αυτιά και τη μαύρη ρεπούμπλικα και δε με νοιάζει τίποτα.
Παρακολουθώ το απέναντι πεζοδρόμιο. Εκεί, στο ημίφως, πηγαινοέρχεται μια θεά. Η προσωποποίηση της τελειότητας. Ακόμη και για τα δικά μου δεδομένα είναι άπιαστη, πόσο μάλλον για τα δύσμοιρα ανθρωπάκια.
Φοράει "στολή εργασίας". Στριφογυρίζει τη φτηνιάρικη τσάντα της στα χέρια της, μασώντας τσίχλα και κοιτάζοντας με δήθεν λάγνο βλέμμα τα περαστικά αγοράκια που κρεμάνε τα σαγόνια τους και σκουπίζουν τα σάλια τους όταν τη βλέπουν. Η τέλεια παγίδα.
Μόνο εγώ ξέρω.
Ματίλντα.
Είμαι μια βδομάδα στη Νέα Ορλεάνη, σε αναζήτηση του Αφέντη της Πόλης. Πρίν τρεις μέρες, τα ίχνη με οδήγησαν εδώ...δε μπορώ όμως να προχωρήσω παραπέρα. Δεν έχω τη δύναμη να κάνω αυτό που μου έχει επιβληθεί να κάνω.
Είμαι ερωτευμένος.

Βαδίζω.
Περνώ απέναντι.
Την πλησιάζω.
Είμαι δίπλα της.
Με έχει κοζάρει εδώ και κάμποση ώρα και μου χαμογελά. Ξέρει τη δύναμή της, ήξερε που θα καταλήξει το όλο πράμα και απλά με περίμενε.
Ακουμπά τον ώμο της στον τοίχο και με κοιτάζει με τις γκρίζες ματάρες της.
- Γεια σου όμορφε, λέει και η φωνή της είναι πιο μελωδική και από τις καμπάνες της Κόλασης.
- Γεια σου Ματίλντα.
- Γνωριζόμαστε? Δε σε θυμάμαι αν και κάτι τύποι σαν εσένα δεν ξεφεύγουν απ' τη μνήμη μου.
Πουτανίστικο κομπλιμέντο. Δεν της απαντώ.
-Τ' ονοματάκι σου? ,συνεχίζει...
Πάλι δεν απαντώ.
Ανάβει ένα τσιγάρο και συνεχίζει να με κοιτά. Θεέ του Κάτω Κόσμου, είναι πανέμορφη.
Την πλησιάζω κι άλλο. Τα χείλη μας σχεδόν ακουμπάνε. Βλέπω μια λάμψη στα μάτια της...και μια δίψα που δε μπορεί να κρύψει από κάποιον σαν εμένα. Είναι αρχαία...και έμπειρη...αλλά δεν έχει ούτε τα μισά μου χρόνια.
Σκύβω ελαφρά και τη φιλώ στο λαιμό. Νιώθω τα χείλη της να σέρνονται στο λαιμό μου, αρπαχτικά, ψάχνοντας.
Σταματά. Βρήκε το στόχο της.
Νιώθω μακριούς κυνόδοντες να πληγώνουν τη σκληρόπετση σάρκα μου. Ο ήχος του σχισίματος πλημμυρίζει τ' αυτιά μου. Τι ηδονή...
Ένα μικρό αυλάκι αίματος κυλάει στον ώμο μου. Το αισθάνομαι. Όπως αισθάνομαι και τη νευρικότητα που διαπερνά τη Ματίλντα σαν ηλεκτρικό ρεύμα.
Κάτι δεν πάει καλά μαζί μου.
Τινάζεται προς τα πίσω με ένα φριχτό ουρλιαχτό και κολλάει στον τοίχο.
Δε χάνω χρόνο.
Την αρπάζω απ' το λαιμό και τη σηκώνω ψηλά με το αριστερό μου χέρι. Τα πόδια της δεν ακουμπούν στο έδαφος. Χτυπιέται και προσπαθεί να ελευθερωθεί... και συρίζει σα φίδι.
Όταν αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει ελπίδα να ξεφύγει από τη λαβή μου, χαλαρώνει απότομα και με κοιτάζει με βλέμμα τρομοκρατημένο.
- Ποιος είσαι? με ξαναρωτάει, αυτή τη φορά καθόλου ανάλαφρα.
- Tuco είναι τ' όνομα μου και έρχομαι από τα βάθη της Κολάσεως, Ματίλντα. Ψάχνω για τον Αφέντη της Πόλης. Έχει ένα ανεξώφλητο χρέος στο Μεγάλο Αφεντικό. Ξέρω ότι είσαι μία από τους υπηρέτες του. Πες μου που κρύβεται και θα συνεχίσεις να υπάρχεις.
Με κοιτάζει. Στην αρχή με δέος, καθώς αναγνωρίζει ότι έχει να κάνει με ένα πανάρχαιο πλάσμα. Στη συνέχεια κλείνει τα μάτια της και αφήνει ένα γέλιο τόσο τρομαχτικό που μέχρι και οι αρουραίοι τρέξαν να κρυφτούν.
Σφίγγω δυνατά το λαιμό της. Δεν έχω ώρα γι' αστεία.
Το γέλιο κόβεται.
Με κοιτάζει φθονερά.
- Νομίζεις ότι θα με φοβίσεις με τις παπαριές σου? λέει. Ο Αφέντης μου είναι ανίκητος. Όταν σε βρει θα παρακαλάς να ξαναβρεθείς στην Κόλαση, άχρηστε. Δε σου λέω τίποτα.
Οκ.
Τινάζω το δεξί μου χέρι με δύναμη προς το στήθος της. Τα κόκκαλα της ανοίγουν προς τα μέσα χωρίς αντίσταση, σαν από χαρτί. Βουτάω την καρδιά της και την πιέζω με δύναμη. Δεν υπάρχει ζωή σ' αυτό το όργανο κι όμως έχει υπέροχη υφή, μεταξένια. Η ακίνητη καρδιά ενός βρικόλακα...
Η Ματίλντα με κοιτάζει με ανοιχτό το στόμα, σοκαρισμένη περισσότερο από το θέαμα του χεριού μου μέσα στο στήθος της παρά από τον πόνο.
- Ματίλντα, δε θέλω να σε σκοτώσω. Γνωρίζεις ότι αν δεν πειράξω την καρδιά σου, σε δύο βδομάδες το τραύμα θα είναι σα να μην έγινε ποτέ. Πες μου που είναι ο Αφέντης της Πόλης.
Προσπαθεί να ανασάνει. Μέσα στα μάτια της βλέπω τη μάχη που διαδραματίζεται καθώς θέλει να πάρει μια απόφαση. Παλεύει.
Τελικά χαλαρώνει. Με κοιτάζει εξαντλημένη.
- Άντε γαμήσου, λέει και τινάζει το χέρι της γδέρνοντας λίγο το μάγουλό μου.
Αναστενάζω.
Πρέπει να το κάνω.
Τραβάω την καρδιά της. Νιώθω το σχίσιμο των αρτηριών. Βγάζω το χέρι μου έξω. Η καρδιά της κινείται σα ζελέ στην παλάμη μου. Τη βάζω στην εσωτερική τσέπη της καμπαρντίνας μου.
Η Ματίλντα έχει κοκκαλώσει. Το στόμα της ανοιχτό, τα μάτια ορθάνοιχτα.
Σχεδόν νεκρή.
Την ακουμπάω αργά στο έδαφος.Γονατίζω και την παίρνω στην αγκαλιά μου.
Κλαίω.
Πλησιάζω τα χείλη μου στα δικά της και τη φιλάω.
Σηκώνομαι όρθιος και βγάζω το μεγάλο μαχαίρι μου.
Γιατί Ματίλντα, γιατί?
Πιάνω τα μαλλιά της και με μια κίνηση της κόβω το κεφάλι.
Το κρατώ στο ύψος του κεφαλιού μου.
Σ' Αγαπώ Ματίλντα.
Αύριο θα συνεχίσω την αναζήτηση...


13 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Άξιζε η αναμονή... :)
Γαμάτο! Γαμάτο! ΓΑΜΆΤΟ!!!!!

Φιλούρεεεες!!!!

Αορατος είπε...

Μαλακα εισαι ψυχακιας...

Kleine wolke είπε...

Είσαι πολύ μεγάλος ρε!
τι νουάρ με βρικόλακες και κόλαση ήταν αυτό;
καλά,υποκλίνομαι!
γαμάτο!!
tuco is back for good!

tuco είπε...

Luthien: εμ, άμα δε συγκεντρωθείς, δε βάλεις το μυαλό σου να πήξει, πως θα βγει τέτοιο αριστούργημα. Γι' αυτό αργώ...κάθε φορά...
Φχαριστώ Καλλιτέχνιδα.



Αόρατε: Καλώς την ψυχολόγα της παρέας.
Α, μην ξεχάσω...
ΤΟΝ ΠΑΙΡΝΕΙΣ !!!!!!!!!!!!!!!


Kleine Wolke: όχι, όχι for good.
For the worse...:ρ
Thanks Συννεφάκι.

Αορατος είπε...

Οκ.Τωρα αλαξα γνωμη.Δεν εισαι ψυχακιας.

Ανώνυμος είπε...

γαματο ομως.
ατμοσφαιρικο, τρυφερο και μαυρο.

Kleine wolke είπε...

Καλα whatever.
Ο,τι πεις :) φτάνει που επέστρεψες.

Loth είπε...

ΑΔΕΡΦΕ...ΞΕΣΚΙΣΕΣ ΛΕΜΕ! (ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΗ ΜΑΤΙΛΝΤΑ..ΠΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦ!)
ΥΓ.ΤΩΡΑ ΕΓΩ ΠΟΥ -ΑΦΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑ ΟΛΟ ΑΥΤΟ -ΕΝΙΩΣΑ ΠΟΛΥ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΗ ΜΕ ΚΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΚΟΙΤΑΞΩ?
ΦΤΑΙΕΙ Η ΑΡΡΩΣΤΙΑ? ΦΤΑΙΕΙ ΤΟ ΠΟΣΤ?
ΦΤΑΙΕΙ Η ΜΑΛΑΚΙΑ ΠΟΥ ΜΕ ΔΕΡΝΕΙ?
ΑΣΕ ΚΡΑΤΗΣΟΥ ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ ΑΠΟ ΚΟΝΤΑ!
;PpPPppP
ΜΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΤΣ

tuco είπε...

αορατος: είδες που βιάζεσαι?


deadend mind: κάτι άλλο μου θυμίζει αυτή η περιγραφή...;)


kleine wolke: επιμένω, μην είσαι σίγουρη...


loth: με κάτι? τι μπορει να είναι αυτό αραγε?
Σε περιμενουμε αδελφάκι...

Jeorg είπε...

ΕΙΣΑΙ ΑΠΑΙΧΤΟΣ ΡΕ ΦΙΛΕ..
ΜΠΡΑΒΟ ΣΟΥ!!!
ΤΑ ΣΠΑΣ...?

Jeorg είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Loth είπε...

ΑΑΑΑΑΑ ΜΗ ΣΠΡΩΧΝΕΙΣ...ΔΕ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ!
(....?)
ΧΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
ΜΑΑΑΑΑΑΑΑΤΣ

Αορατος είπε...

Ναι αλλα δεν σκονταφτω!!!!! ;-)))))